Ελασσόνα

Η επανάσταση στην περιοχή του Ολύμπου

Από τον Κων/νο Αθ. Οικονόμου

Από το Σεπτέμβριο του 1821 ο Δημήτριος Υψηλάντης και ο Νικ. Κασομούλης ετοίμαζαν ένα σχέδιο για τον ταυτόχρονο ξεσηκωμό της περιοχής Ολύμπου και της Μακεδονίας. Ο τελευταίος μετά την αποτυχημένη επανάσταση στις Σέρρες, βρισκόταν στη Δ. Μακεδονία και συντόνιζε τις επόμενες επαναστατικές κινήσεις με διάφορους οπλαρχηγούς της περιοχής Βερμίου, Νάουσας, Ολύμπου και Πιερίων.

Στις 30 Οκτωβρίου του ίδιου έτους η κοινή σύσκεψη των ηγετών των διαφόρων αυτών περιοχών έστειλαν επιστολή στο Μαυροκορδάτο ζητώντας βοήθεια. Λίγο νωρίτερα, στις 5 του ίδιου μήνα, ο Κασομούλης από την Ύδρα που βρισκόταν έγραψε στον Εμμ. Παπά να συνεννοηθεί με τους αρματολούς του Ολύμπου και τους προεστούς της Νάουσας για κοινή στάση στον αγώνα. Εν συνεχεία απευθύνθηκε με στον Κολοκοτρώνη και τον Π. Μαυρομιχάλη για βοήθεια. Δυστυχώς όμως η κατάσταση στην Πελοπόννησο με την Τριπολιτσά υπό πολιορκία και πολλά μέτωπα ανοιγμένα, δεν επέτρεπε την αποστολή βοήθειας προς τη Μακεδονία και τον Όλυμπο. Τις πρώτες μέρες του 1822 ο Κασομούλης μαζί με τον “επίτροπο” της Μακεδονίας Γρ. Σάλα, ο οποίος ήταν μια ατυχής επιλογή του Υψηλάντη, προμηθεύτηκαν μικρή ποσότητα πυρομαχικών από τα Ψαρά και έφτασαν στον Όλυμπο.

Στις 22 Φεβρουαρίου ο Κασομούλης μαζί με τον Στέργιο Ραψανιώτη έφτασαν στο Ελευθεροχώρι της Πιερίας κι από εκεί στο μοναστήρι της Μακρυρράχης που ήταν έδρα του αρματολού του Ολύμπου Διαμαντή Νικολάου. Μέσω του τελευταίου συνεννοήθηκαν με την αρματολική οικογένεια των Μπαζιωταίων για από κοινού δράση με την περιοχή ευθύνης των τελευταίων (Σέρβια και Χάσια). Οι ετοιμασίες όμως αυτές στο μέτωπο Ολύμπου- Χασίων, έγιναν γνωστές στον Οθωμανό διοικητή της Κατερίνης, Σαλήμπεη. Εκείνος φρόντισε να μεταφερθούν από τα Τρίκαλα δύναμη 3.000 ανδρών του Χουρσίτ και να ενισχυθεί με άλλη αξιόλογη στρατιωτική δύναμη από τη Θεσσαλονίκη. Στις 8 Μαρτίου του 1822 ο Κασομούλης με το Διαμαντή και τον Ντίτζια, άλλον οπλαρχηγό του Ολύμπου, προσπάθησαν να καταλάβουν μια οχυρή θέση βορείως του Κολινδρού της Πιερίας. Όμως η κίνησή τους αυτή είχε προδοθεί στους Οθωμανούς που είχαν φροντίσει την τελευταία στιγμή να ενισχύσουν τις θέσεις τους στην περιοχή με χίλιους ακόμα άνδρες.

Οι προσπάθειες όμως των επαναστατών συνεχίστηκαν μέχρι την 15η Μαρτίου. Μάλιστα δυο μέρες νωρίτερα είχε φτάσει και ο Σάλας στο Ελευθεροχώρι επικεφαλής δύναμης 300 ανδρών που ήταν στη συντριπτική πλειοψηφία τους φιλέλληνες του εξωτερικού (κυρίως Γερμανοί και Πολωνοί). Μαζί τους ήταν και ο Θεόφιλος Καΐρης. Πιο νότια στην περιοχή της Ελασσόνας, οι εξεγερμένοι αρματολοί Γούλας Δράσκος και Τόλιος Λάζου, που είχαν καταλάβει τον Κοκκινοπηλό, δέχτηκαν την επίθεση τουρκικής δύναμης από τη φρουρά του Λιβαδίου που τους ανάγκασε να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους και να οχυρωθούν ψηλότερα, στην περιοχή του Αγίου Δημητρίου. Στο βόρειο μέτωπο, εν τω μεταξύ, λόγω της κακοκαιρίας που επικρατούσε οι επαναστατικές δυνάμεις υποχώρησαν στην Καστανιά κι από εκεί το μεγαλύτερο μέρος τους στη Μηλιά.

Στην Καστανιά έμεινε ο Διαμαντής για να αμυνθεί από εκεί. Στις 28 Μαρτίου δύναμη 2.000 Οθωμανών επιτέθηκαν στις θέσεις του Διαμαντή στην Καστανιά χωρίς όμως αποτέλεσμα. Την επόμενη μέρα οι τουρκικές επιθέσεις έγιναν πιο ισχυρές και ο Διαμαντής με τους άνδρες του υποχώρησαν στη Ράντιανη1 κι από εκεί στη Μηλιά, όπου συναντήθηκε με τους υπόλοιπους επαναστάτες. Η τελική επίθεση των Οθωμανών έγινε τη 2α Απριλίου, ημέρα του Πάσχα (παλαιό ημερολόγιο).

Η δύναμη των Οθωμανών ήταν 600 άνδρες και οι επαναστάτες στους οποίους είχαν προσχωρήσει και δυνάμεις του Λάζου από την Ελασσόνα, χωρίστηκαν σε ομάδες για να τους αντιμετωπίσουν καλύτερα σε διάφορες οχυρές θέσεις της Μηλιάς. Μια ομάδα μάλιστα επαναστατών, μαζί με τα γυναικόπαιδα, κλείστηκαν στον πύργο των Λαζαίων, στο ψηλότερο σημείο του οικισμού. Η προσπάθεια των Οθωμανών επικεντρώθηκε σ’ αυτό το σημείο. Οι πολιορκημένοι καλύπτονταν από τις ομάδες του Κασομούλη και του Τόλιου Λάζου, που προσπαθούσαν να ανακόψουν και να βάλουν από πίσω τους Οθωμανούς.

Η σύγκρουση κράτησε όλη τη μέρα, αλλά κατά τη διάρκεια της νύχτας οι εγκλωβισμένοι κατόρθωσαν να διαφύγουν προς διάφορες κατευθύνσεις ενώ τα γυναικόπαιδα στάλθηκαν τις επόμενες μέρες στις Σποράδες. Μερικοί επαναστάτες διέφυγαν μέσω Χασίων στην περιοχή Ασπροποτάμου ενισχύοντας τον αγώνα του Στορνάρη, άλλοι, όπως ο Διαμαντής στη Νάουσα, ενώ ο Κασομούλης, ο Καΐρης κι ο Σάλας συνέχισαν τον αγώνα στην Πελοπόννησο. Οι συνέπειες για τους κατοίκους των χωριών της Ελασσόνας αλλά και του Κάτω Ολύμπου ήταν βαρύτατες. Τα περισσότερα χωριά λεηλατήθηκαν και πυρπολήθηκαν από τις ορδές του Οθωμανού Αβδουλαβούτ πασά. Ανάμεσά τους τα περισσότερα χωριά της Ελασσόνας, η Κρανιά, η Καρυά, κ.α.

  1. Σήμερα Ρυάκια.

Πηγή: ΕΝΤΥΠΗ LARISSANET

 

Previous ArticleNext Article