Λάρισα

Έρικ Ασίμοφ: Ο διάσημος οινοκριτικός των Νew York Times εξυμνεί κρασί του Τυρνάβου!

«Μοιάζει παράδοξο που τοποθετούμε την Ελλάδα ανάμεσα στις «αναδυόμενες” οινοπαραγωγικές δυνάμεις αν αναλογιστούμε ότι η χώρα παράγει κρασί από τα αρχαία χρόνια», αναφέρει ο διάσημος οινοκριτικός Έρικ Ασίμοφ των New York Times στο αφιέρωμα που αποθεώνει τα κόκκινα ελληνικά κρασιά.

Εξηγεί ωστόσο στη συνέχεια του άρθρου του με τίτλο «Τόσο αρχαία, μα συνάμα τόσο νέα: υπέροχα κόκκινα κρασιά από την Ελλάδα», πως σε αυτή τη λίστα θα πρέπει να κατατάσσεται η χώρα μας διότι δεν έχει σχέση με το πόσα χρόνια παράγει κρασί η Ελλάδα, αλλά το πότε ξεκίνησαν να ταξιδεύουν τα μπουκάλια της στα πέρατα του κόσμου και αυτό άρχισε να συμβαίνει σχετικά πρόσφατα όπως τονίζει.

Ο Έρικ Ασίμοφ, έχει υμνήσει προ πολλού τα ελληνικά κρασιά δίνοντας έμφαση στις ελληνικές ποικιλίες. Δεν είναι η πρώτη φορά βέβαια που κάνει ειδική μνεία στις εγχώριες ερυθρές ποικιλίες. Μάλιστα σε παλαιότερο αφιέρωμα, είχε γράψει χαρακτηριστικά:

«Ενώ είναι υπέροχο να βλέπεις ολοένα και περισσότερα εστιατόρια να σερβίρουν ασύρτικο σε ποτήρι, η Ελλάδα προσφέρει και μια συναρπαστική γκάμα από κόκκινα κρασιά που υπόσχονται περιπέτεια. Η αποζημίωση δεν είναι απλώς η ευχαρίστηση της ανακάλυψης, αλλά η επιβεβαίωση ότι ακόμη και οι κουρασμένοι ουρανίσκοι μπορούν να βρουν κάτι καινούργιο».

Στο νέο «κομμάτι» του όμως για την αμερικανική εφημερίδα, προτού καταλήξει να προτείνει τη λίστα με τις καλύτερες «budget» ελληνικές ετικέτες κάνει μια αναδρομή στο πως η Ελλάδα αναδεικνύεται σε οινοπαραγωγική δύναμη, τονίζοντας πως ο υπόλοιπος πλανήτης είχε την ευκαιρία να γνωρίσει από πρώτο χέρι την ιδιαιτερότητα των ελληνικών κρασιών, μόνο τα τελευταία 20 χρόνια.

Από τις νταμιτζάνες στις ταβέρνες σε όλο τον κόσμο

«Η εύρεση ελληνικών κόκκινων κρασιών στη Νέα Υόρκη ακόμη και πριν από 15 χρόνια θα απαιτούσε ένα ταξίδι στην Αστόρια, ή στον Κουίνς, μέρη με έντονο ελληνικό στοιχείο όπου οι κάβες εξυπηρετούσαν όσο καλύτερα μπορούσαν της προτιμήσεις της τοπικής κοινότητας και των μεταναστών», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Ο λόγος σύμφωνα με τον Ασίμοφ ήταν πως στην ελληνική παραγωγή κυριαρχούσαν επί μακρόν τα απλά κρασιά «της ταβέρνας», που ξεκίνησαν να εμφιαλώνονται μόνο τα τελευταία χρόνια. Για τη στροφή της Ελλάδας στο ποιοτικό κρασί ο διακεκριμένος οινοκριτικός επικαλείται τον Έλληνα «Master of Wine” Κωνσταντίνο Λαζαράκη παραθέτοντας σχετικό απόσπασμα από το βιβλίο του «Τα ελληνικά κρασιά: Η αναζήτηση της ποιότητας σπάνια συμβαδίζει με την επιδίωξη της επιβίωσης».

Ο κ. Λαζαράκης εξηγεί πως μόνο τα τελευταία χρόνια και πιο συγκεκριμένα, το τελευταίο τρίτο του 20ού αιώνα, η Ελλάδα στήριξε την οινοπαραγωγή που επικεντρώνονταν στην ποιότητα ενώ την ίδια στιγμή οι καταναλωτές ήταν πρόθυμοι να πληρώσουν για αυτές τις ετικέτες.

Παράλληλα η οικονομική κρίση οδήγησε τους Έλληνες οινοπαραγωγούς να προσπαθήσουν να πουλήσουν τα κρασιά τους στην αγορά του εξωτερικού, όπως έκαναν οι Ιταλοί και οι Ισπανοί. Σε αυτές τις χώρες, οι λιγότερο γνωστές περιφέρειες έπρεπε να προωθήσουν τοπικές ποικιλίες σταφυλιών, καθώς και υποδομές που θα τους επέτρεπαν να στέλνουν τα καλύτερα κρασιά τους σε μακρινά μέρη. Αυτό συνέβαινε και στην Ελλάδα, με ποικιλίες καμπερνέ σοβινιόν, μερλό και σιράζ, που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή δυνατών, δρύινων κρασιών, επισημαίνεται στο βιβλίο.

Ο Έρικ Ασίμοφ σημειώνει πως πλέον τα πράγματα έχουν αλλάξει ριζικά. «Αυτόν τον Φεβρουάριο, ψωνίζοντας στο διαδίκτυο από κάποιες κάβες στο Μανχάταν, είχα τη δυνατότητα να βρω 12 υπέροχα ελληνικά κόκκινα κρασιά», αναφέρει. «Οι επιλογές μου δεν είναι φυσικά τα μόνα ελληνικά κόκκινα κρασιά που αξίζει να αναζητήσετε», ξεκαθαρίζει παράλληλα ο προσθέτοντας για όσους προτιμούν λευκά κρασιά, πως οι επιλογές είναι επίσης εξαιρετικές και αρκετά περισσότερες.

«Η Ελλάδα προωθεί πλέον τις δικές τις παραδοσιακές ποικιλίες. Κάθε ένα από τα κρασιά είναι φτιαγμένα από ελληνικές ποικιλίες σταφυλιών όπως το ξινόμαυρο και το αγιωργίτικο, τα οποία είναι πασίγνωστα σε όλο τον κόσμο. Υπάρχουν επίσης ποικιλίες όπως η μαυροδάφνη, η μαντηλαριά, η λιμνιώνα και το βλάχικο, τις οποίες οι καταναλωτές ενδέχεται να «γνωρίσουν” τα επόμενα χρόνια», υπογραμμίζει ταυτόχρονα.

«Αν δεν μπορείτε να βρείτε κάποια κρασιά, θυμηθείτε ότι αυτά είναι τα πρώιμα στάδια για τα ελληνικά κόκκινα κρασιά. Είμαι βέβαιος ότι οι επιλογές ποιοτικών – ξεχωριστών ελληνικών κόκκινων κρασιών μόνο θα αυξάνονται», καταλήγει και παραθέτει τη λίστα με τις επιλογές του.

Η λίστα Ασίμοφ με τα τοπ κόκκινα ελληνικά κρασιά

Monograph Αγιωργίτικο 2019, Γαία Οινοποιητική, Πελοπόννησος

Αυτό το ζουμερό, φθηνό, απλό κρασί είναι μια υπέροχη εισαγωγή στον κόσμο των ελληνικών ερυθρών από τη Gaia, έναν από τους κορυφαίους παραγωγούς της Ελλάδας. Η Γαία διαθέτει δύο οινοποιεία, ένα στη Σαντορίνη, το οποίο κάνει εξαιρετικά λευκά και ένα στη Νεμέα στην Πελοπόννησο, το οποίο επικεντρώνεται στα κόκκινα και τη ρετσίνα. Αυτό το μπουκάλι είναι κατασκευασμένο εξ ολοκλήρου από το αγιωργίτικο σταφύλι, μια από τις πιο κοινές ποικιλίες στην Ελλάδα. Είναι απλό και κατεβαίνει εύκολα.

Great Mother 2018, Στυλιανού, Κρήτη

Η μαντηλαριά είναι μία από τις βασικές ντόπιες ποικιλίες σταφυλιών στην Κρήτη, εκεί όπου ο Γιάννης Στυλιανός καλλιεργεί τα αμπέλια του λίγο έξω από την πόλη του Ηρακλείου. Η ποικιλία είναι γνωστή ότι παράγει έντονα ταννικά κρασιά με βαθύ χρώμα. Ο κ. Στυλιανός εργάζεται με φυσικό τρόπο, οπότε το κρασί δεν έχει πρόσθετα πέρα από μια μικρή ποσότητα διοξειδίου του θείου. Το αποτέλεσμα είναι μια γνήσια γεύση, ελαφρώς φρουτώδης, γήινη και νόστιμη.

Βλάχικο 2018, Γκλίναβος, Ιωάννινα

Το «Κτήμα Γκλίβανος», το οποίο παρήγαγε τα πρώτα του κρασιά το 1960, ήταν μια από τις πρώτες μικρές μονάδες στην περιοχή των Ιωαννίνων, στην οποία κυριαρχούσαν οι συνεταιρισμοί.Το κρασί παράγεται από το «πάντρεμα» δύο γηγενών τοπικών ερυθρών ποικιλιών, το Βλάχικο και σε μικρότερη ποσότητα, το Μπεκάρι. Είναι φρέσκο, πικάντικο και φρουτώδες, ισορροπημένο με πολλές πικάντικες γεύσεις φρούτων.

Μοσχόμαυρο 2018, Διαμαντής, Σιάτιστα

Τα Σιάτιστα είναι μια ορεινή περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας, εκεί όπου η οικογένεια Διαμαντή καλλιεργεί χρόνια αμπέλια. Καλλιεργούν κυρίως ξινόμαυρο και μοσχόμαυρο, ένα λιγότερο γνωστό κρασοστάφυλο που χρησιμοποιούνταν συχνά για την παρασκευή γλυκών κρασιών. Το κρασί αυτό, ωστόσο, είναι ξηρό, «ζωντανό» και νόστιμο. Με φρουτώδη χαρακτήρα και άρωμα λουλουδιών, κόκκινων φρούτων και βοτάνων.

Krasis 2018, Sant’Or, Αχαΐα

Αυτό το κρασί από την Πάτρα είναι φτιαγμένο από σταφύλια μαυροδάφνης, οι οποίες συνδέονται συνήθως με γλυκά και έντονα κρασιά. Όμως το συγκεκριμένο κρασί είναι ξηρό, ελαφρύ και φρουτώδες σαν pinot noir. Ο Παναγιώτης Δημητρόπουλος παρασκευάζε τα κρασιά του με φυσικές διεργασίες, προσθέτοντας μόνο πολύ λίγου διοξειδίου του θείου.

Λιμνιώνα 2017, Κτήμα Ζαφειράκη, Τύρναβος

Αυτό το κρασί είναι το αγαπημένο μου τα τελευταία πέντε χρόνια και απεικονίζει τις δυσχέρειες που αντιμετωπίζουν οι τοπικές ποικιλίες σε όλο τον κόσμο ειδικότερα όταν κινδυνεύουν να αποκλειστούν από πιο γνωστές ποικιλίες όταν ο στόχος είναι να πωληθούν διεθνώς. γράφει ο Ασίμωφ. Ο Χρήστος Ζαφειράκης φτιάχνει ένα πικάντικο, ζουμερό, καλό κρασί, με γεύσεις λουλουδιών, βοτάνων και μπαχαρικών.

Sun 2015, Αμπελώνες Κοντοζήση, Καρδίτσα

Το Sun Red από τους Αμπελώνες Κοντοζήση στην Καρδίτσα είναι ένα απλό ξηρό κρασί, φτιαγμένο από ίσες ποσότητες ξινόμαυρου και λημνιώνας. Είναι ένα ιδιαίτερα εύγευστο και ισορροπημένο κρασί. Είναι πλούσιο, γήινο και βαθιά αρωματισμένο, ιδανικό για να συνοδεύσει μια μπριζόλα και άλλα ψητά κρέατα.

Ραμνίστα, 2016, Κυρ – Γιάννη, Νάουσα

Αυτό το εξαιρετικό ξινόμαυρο προέρχεται από το Κτήμα Κυρ-Γιάννη ένα από τα πρωτοπόρα οινοποιεία στην Ελλάδα, που βρίσκεται στη Νάουσα. Το κρασί είναι καλά ισορροπημένο με αρώματα από μαύρα φρούτα, γλυκόριζα και αρωματικές γεύσεις από βότανα.

Οργίων 2017, Κτήμα Σκλάβος, Κεφαλονιά

Νόστιμο. Δοκιμάστε το με παϊδάκια. Είναι ένα εντυπωσιακό κρασί από τις πλαγιές του Αίνου στην Κεφαλλονιά, όπου η οικογένεια Σκλάβου ασχολείται με τη βιοδυναμική καλλιέργεια από το 1980. Όπως το Sant’Or, φτιάχνεται από από ποικιλία μαυροδάφνης, την οποία οι παραγωγοί χρησιμοποιούν για να φτιάξουν γλυκά κρασιά.

Μανδηλαριά/Μαυροτράγανο 2018, Κτήμα Σιγάλα, Σαντορίνη

Το Κτήμα Σιγάλας να είναι περισσότερο γνωστό για τα λευκά αντί για τα κόκκινα κρασιά του> Ωστόσο είναι ένας από τους Ελληνες υποστηρικτές του μαυτοτράγανου, μια ποικιλία κόκκινου σταφυλιού της Σαντορίνης, η οποία είχε αρχίσει να εξαφανίζεται. Αν τώρα αρχίζει να γίνεται δημοφιλές, είναι λόγω κρασιών σαν κι αυτό.

Mater Natura 4, 2009, Βαϊμάκης, Μακεδονία

Ο Βασίλης Βαϊμάκης αγοράζει σταφύλια μόνο από αμπελώνες βιολογικής καλλιέργειας στη Μακεδονία και αυτό το κρασί που δεν περιέχει πρόσθετα θειώδη άλατα, σίγουρα είναι απόλυτα φυσικό. Τα κρασιά της σειράς Mater Natura ακολουθούν ένα ιδιόμορφο σύστημα αρίθμησης, με αποτέλεσμα το ξινόμαυρο του 2010 να κυκλοφόρησε νωρίτερα από αυτό του 2009. Δεν είμαι σίγουρος ποια είναι η λογική πίσω από αυτό, αλλά αυτό το κρασί είναι υπέροχο.

Old Roots, Ξινόμαυρο 2016, Κτήμα Τάτση, Μακεδονία

Αυτό είναι ένα ακόμη υπέροχο ξινόμαυρο, φτιαγμένο από σταφύλια παλιού αμπελιού που καλλιεργείται βιοδυναμικά. Είναι σύνθετο και φωτεινό, με έντονη γεύση γλυκόριζας που τονίζεται από γεύσεις εσπεριδοειδών και βοτάνων που απογειώνεται από όποια πλευρά και αν το εξετάσεις. Είναι ένα κρασί που μπορείτε να απολαύσετε τώρα ή να το αφήσετε να ωριμάσει για να δείτε πόσο μακριά θα φτάσει γευστικά.

Πηγή: larissapress.gr

Previous ArticleNext Article