Λάρισα

«Το νομοσχέδιο μιλά για κινητικότητα στο Δημόσιο, αλλά στοχεύει στην ακινησία»

ΜΠΑΡΓΙΩΤΑΣ

«Για κινητικότητα μιλά, στην ακινησία στοχεύει. Κατοχυρώνει την ασφάλεια της εργασίας ουσιαστικά, αλλά χωρίς διαφάνεια και αξιοκρατία. Το πρώτο είναι θετικό, όμως χωρίς τη διαφάνεια και χωρίς την αξιοκρατία ξαναγυρίζουμε στον βάλτο της δημοσιοϋπαλληλίας που ξέρουμε μέχρι τώρα. Το νομοσχέδιο δεν έχει χρόνο εφαρμογής καταρχήν και γι’ αυτό να είναι εντελώς ψευδεπίγραφο και προσχεδιασμένο. Αν και μιλάει για κινητικότητα, στην ουσία πρόκειται για το αμετακίνητο των δημοσίων υπαλλήλων, το οποίο το κατοχυρώνει από το πρώτο άρθρο, μιας και μιλάει για εθελοντική διαδικασία μετατάξεων. Σε απλά ελληνικά, αν δεν θέλει κάποιος να φύγει από την υπηρεσία του, δεν φεύγει», τόνισε ο κ. Μπαργιώτας, βουλευτής Λάρισας με το Ποτάμι, κατά τη συζήτηση επί της αρχής του νομοσχεδίου για την Κινητικότητα στο Δημόσιο στην Ολομέλεια της Βουλής.

Αρχικά, τόνισε ότι η κινητικότητα είναι ένα εργαλείο που μπορεί να βελτιώσει σημαντικά τη λειτουργία του Δημοσίου, λέγοντας ότι «η δημιουργία ενός ενιαίου διαφανούς συστήματος που να αφορά την κινητικότητα ανάμεσα στις υπηρεσίες του δημοσίου είναι κάτι επιθυμητό και πρέπει να γίνει. Αν αναπτυχθεί σωστά και όπως πρέπει, είναι ένα σοβαρό εργαλείο βελτίωσης της λειτουργίας του δημοσίου, όχι μόνον για την κάλυψη των κενών, αλλά και για την αξιοποίηση δεξιοτήτων, για τη βελτίωση της αποδοτικότητας των υπηρεσιών, για τον μετασχηματισμό των υπηρεσιών, όπου και όποτε χρειάζεται. Δυστυχώς, κατά τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης οι συντεχνίες και ο παλαιοκομματισμός που κυριαρχούσε δεν το επέτρεψαν να γίνει και να αναπτυχθεί ως εργαλείο. Υπήρχε μια αταραξία και μια απαρχαιωμένη λογική για τον ρόλο του δημοσίου υπαλλήλου και του δημοσίου λειτουργού, η οποία ούτε σήμερα μπορεί να αποδώσει και για την ακρίβεια έχει γίνει ένα μεγάλο βαρίδι στον τρόπο και στο κόστος λειτουργίας του δημοσίου».

Επεσήμανε ότι για να λειτουργήσει η κινητικότητα στο Δημόσιο απαιτούνται συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που δεν εισάγει το νομοσχέδιο, όπως ότι «θα πρέπει να υπάρχει ένα δομημένο σύστημα κινήτρων, εξατομίκευσης των αμοιβών, επιβράβευσης της εργασίας, της απόδοσης, με εμπλουτισμό των ικανοτήτων μέσω μιας διαρκούς διαδικασίας εκπαίδευσης και ενός συστήματος κινήτρων για τη βελτίωση των εργασιακών σχέσεων και των αμοιβών. Αυτό πρέπει να γίνεται σε ένα περιβάλλον εργασιακής ασφάλειας, διαφάνειας και αξιοκρατίας, θα έλεγα εγώ. Δεν νοείται κινητικότητα υπό τη «Δαμόκλειο σπάθη» των απολύσεων, αλλά δεν υπάρχει κινητικότητα επίσης, χωρίς διαφάνεια και αξιοκρατία».

Κλείνοντας, αναφέρθηκε στη διάταξη του νομοσχεδίου για την απαγόρευση, ουσιαστικά, της απασχόλησης στελεχών του ιδιωτικού τομέα στο Δημόσιο, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι «αποκλείεται η πιθανότητα πρόσληψης εμπείρων στελεχών του ιδιωτικού τομέα στο Δημόσιο. Γιατί όποιος κάνει το λάθος να πάει σε θέσεις του Δημοσίου με αυτούς τους όρους, καταδικάζεται κι αυτός και το σόι του σε τρία χρόνια ανεργίας. Γιατί, προφανώς, δεν θα μπορεί να δουλεύει σε συναφές επάγγελμα. Κανείς εξειδικευμένος άνθρωπος δεν δουλεύει γενικώς στον ιδιωτικό τομέα. Αν αφήσει μια θέση στο Δημόσιο, θα ψάξει να βρει μια ανάλογη. Αυτό εδώ στην καθολικότητά του είναι προβληματικό. Μπορεί για κάποιες θέσεις του Δημοσίου να υπάρχει η ανάγκη, αλλά ως καθολική δέσμευση νομίζω ότι απλώς αποκλείει τους τους έμπειρους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα από θέσεις στο Δημόσιο, πράγμα το οποίο είναι κακό για το Δημόσιο, δεν είναι κακό για τους ιδιώτες στην παρούσα φάση που βρισκόμαστε».

 

Previous ArticleNext Article