Λάρισα

Περί ιθαγένειας και γλώσσας στη Συμφωνία των Πρεσπών

Κατηγορούν τον ΣΥΡΙΖΑ ότι στο κείμενο της Συμφωνίας των Πρεσπών συνηγορείται η ύπαρξη μακεδονικού έθνους, με την υπογραφή Τσίπρα. Δεν συνάγεται κάτι τέτοιο από την ανάγνωση του κειμένου. Ούτε ο Κοτζιάς, ούτε ο Τσίπρας συναινούν στην ύπαρξη μακεδονικού έθνους στην ευρύτερη περιοχή που γεωγραφικά αποκαλείται Μακεδονία.

Αν η συμφωνία αναγνώριζε εθνικές μακεδονικές μειονότητες στο εσωτερικό της Ελλάδας και της Βουλγαρίας, τότε θα μιλούσαμε για αναγνώριση μακεδονικού έθνους, εντός και εκτός της ΠΓΔΜ. Αντ’ αυτού, η συμφωνία αναγνωρίζει μακεδονική ιθαγένεια και όχι εθνικότητα, αποκλειστικά στους πολίτες της ΠΓΔΜ, πράγμα που αποκλείει πλήρως αλυτρωτικές διεκδικήσεις εθνικιστικού χαρακτήρα.

Άλλωστε, τη συμφωνία διαποτίζει το πνεύμα ότι στην περιοχή με το γεωγραφικό όνομα Μακεδονία, μέρος της οποίας ανήκει στην Ελλάδα, κατοικούν πολίτες που μιλούν και τη μακεδονική γλώσσα αλλά αυτοπροσδιορίζονται εθνικά ως Ελληνες και είναι απόλυτα ενσωματωμένοι στην Ελλάδα. Η συμφωνία, ως εκ τούτου, δεν παρέχει εθνική ταυτότητα στους πολίτες της ΠΓΔΜ, που μετονομάζεται σε Βόρεια Μακεδονία. Παρέχεται ιθαγένεια με τη νέα ονομασία του κράτους στους πολίτες της ΠΓΔΜ, όπως αρμόζει σε κάθε κράτος του κόσμου.

Με τη συμφωνία ακυρώθηκε μια «κατασκευασμένη» εθνική ταυτότητα οτι στην ΠΓΔΜ κατοικεί έθνος μακεδονικό που η προέλευσή του έχει τις ρίζες της στο μακεδονικό κράτος του Μεγαλέξανδρου. Αυτός ο εθνικός προσδιορισμός των πολιτών της ΠΓΔΜ που προπαγανδίστηκε ιδιαίτερα από τον πρώην πρωθυπουργό τη χώρας αυτής, Γκρουέφσκι, κατέπεσε με την συμφωνία και έλαβε τέλος η παραχάραξη της ιστορίας.

Ωστόσο, στη Βόρεια Μακεδονία, με το νέο όνομα της ΠΓΔΜ, ζουν Σλαβομακεδόνες οι οποίοι μιλούν «μακεδονίτικα», μια γλώσσα σλάβικη, όπως αναγνωρίζεται από τον πρωθυπουργό Ζάεφ και τον υπουργό του των Εξωτερικών. Αυτοί οι πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας μπορούν να παραλείψουν τον προσδιορισμό «Σλάβοι» και να αυτοπροσδιορίζονται «Μακεδόνες». Η συμφωνία δεν «μερίμνησε» ν’ αποκλείσει τον αυτοπροσδιορισμό, γιατί ο αυτοπροσδιορισμός αποτελεί δικαίωμα κάθε λαού. Η Ελλάδα, ως δημοκρατική χώρα, δεν θα μπορούσε να αμφισβητήσει το δικαίωμα αυτό στη διαπραγμάτευση με τη γείτονα χώρα. Αυτό άλλωστε αποτέλεσε τον συμβιβασμό μας με τους γείτονες.

Ειδικότερα για το ευαίσθητο ζήτημα της γλώσσας, πρέπει να επισημάνουμε ότι τα λεγόμενα «μακεδονίτικα» που μιλούν οι κάτοικοι της ΠΓΔΜ και που επιζούν εν πολλοίς όπως και η γλώσσα των Βλάχων στην πολιτισμική μνήμη μικρού μέρους των κατοίκων της ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής με το όνομα Μακεδονία, έχουν αναγνωριστεί από τον ΟΗΕ εδώ και δεκαετίες ως γλώσσα της ΠΓΔΜ με ευθύνη και του ελληνικού κράτους. Άρα η κατηγορία ότι η Συμφωνία των Πρεσπών «παρέδωσε» τη μακεδονική γλώσσα στην ΠΓΔΜ, πέφτει στο κενό.

Όσοι επιμένουν στα περί «εθνικής προδοσίας» και «ξεπουλήματος» της μακεδονικής εθνικότητας και μακεδονικής γλώσσας καταφανώς εξυπηρετούν σκοπιμότητες (π. χ. εσωκομματικές ισορροπίες, επιθετική αντιπολίτευση, ψηφοθηρία κλπ) με την παραχάραξη της Συμφωνίας των Πρεσπών. Με την πολιτική αυτή εμποδίζουν την ειρηνική συνύπαρξη στα Βαλκάνια και την εξυπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων των λαών.

ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ΛΑΡΙΣΑΣ

Previous ArticleNext Article